Ticker

10/recent/ticker-posts

Νένα Μεντή: "Μετά τις "Χάριτες", μου είχαν προτείνει να κάνω πρωινό"

Σε δυό χρόνια, θα κλείσει μισό αιώνα πάνω στο σανίδι – πρωτοβγήκε στη σκηνή μαθήτρια του Εθνικού ακόμα, στον πρώτο χρόνο της σχολής. Στα 22 της, έπαιζε με την Παξινού και τον Μινωτή κι αργότερα με την Λαμπέτη – «στρατιώτες του θέατρου», όπως λέει. Αλλά ο ρόλος της ζωής της είναι μάλλον αυτός που παίζει, με διαλείμματα, τα τελευταία επτά χρόνια : «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου» - ένας μονόλογος, μια παράσταση -θρίαμβος που κάνει χιλιάδες ανθρώπους να κλαίνε με λυγμούς, να την χειροκροτάνε όρθιοι ή να σκύβουν να της φιλήσουν τα χέρια…
ADVERTISEMENT
Συνήθως, οι ηθοποιοί που παίζουν πολύ καιρό ένα ρόλο – ιδίως όταν πρόκειται για βιογραφίες – λένε πως αλλάζουν. Πως γίνονται ο άνθρωπος που υποδύονται.

Το έχω ακούσει, αλλά δεν το πιστεύω. Κανείς δεν μετουσιώνεται σε κανέναν. Ο ηθοποιός αυτό είναι : μια άγραφη πλάκα. Χρησιμοποιεί το σώμα του, τη φωνή του και το αίσθημά του για να γράψει επάνω τους κομμάτια μιας άλλης ζωής, ενός άλλου ανθρώπου. Δεν μετουσιώθηκα στην Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου – άλλωστε δεν παίζω την Ευτυχία. Ούτε προσπάθησα, ούτε ήθελα να τη μιμηθώ. Πήρα κομμάτια δικά της, της ζωής της και προσπαθώ να τα αφηγηθώ, σκεπάζοντάς τα με ένα αίσθημα παλιάς Ελλάδας. Από κάτω, είναι η Νένα.

Δεν είναι κουραστικό να παίζεις χρόνια τον ίδιο ρόλο, τον ίδιο χαρακτήρα;

Καθόλου. Νομίζω μάλιστα πως εγώ το κάνω κέφι πιο πολύ από τον κόσμο.

Το νιώσατε από την αρχή πως η «Ευτυχία» θα γινόταν μια τεράστια επιτυχία;

Ναι. Από την πρώτη μέρα που το ‘παιξα, στο «Ιλίσια - Βολανάκης». Αυτό που έγινε στο φινάλε, δεν το ΄χα ξαναζήσει ποτέ. Με χειροκροτούσαν όρθιοι για δέκα λεπτά. Είχα μείνει άφωνη.

Μέχρι τότε;

Όχι καθόλου. Στις πρόβες μάλιστα, λέγαμε με τον Πέτρο Ζούλια, τον σκηνοθέτη :«Άντε να το κρατήσουμε κανά δυό μήνες, και να δούμε ποιοι τρελοί θα έρθουν να δούνε μία που θα μιλάει».
Αν δεν είχα τον άντρα μου, θα ήμουνα ή στη φυλακή ή σε κάποια λίστα με μεγάλους φοροφυγάδες… Σπάταλή δεν είμαι, έχω μέτρο, όλα τα υπόλοιπα όμως – ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με το κράτος ή την Εφορία – με αφήνουν αδιάφορη. Ή απελπισμένη
Είχατε ξαναπαίξει μονόλογο;

Ποτέ – με εξαίρεση μόνο κάτι μεγάλα νούμερα, που χα παίξει σε επιθεωρήσεις, στο παρελθόν. Ούτε και το ήθελα. Να παίζω μόνη μου ; Για ποιο λόγο; Α πα πα, δεν έχω τέτοια ψώνια. Αλλά η «Ευτυχία» ήταν δέλεαρ…

Γιατί; Τι ξέρατε για κείνη;

Ως τότε, τίποτα. Την ήξερα μόνο ως στιχουργό και ως ποκατζού, ήξερα πως ήταν ένας άνθρωπος αναρχικός και ασυμβίβαστος.

Δεν την είχατε γνωρίσει….

Όχι, αλλά την είχα δει. Ήμασταν γειτόνισσες παλιά, όταν εγώ πήγαινα σχολείο. Στην αρχή, βέβαια, δεν ήξερα ποια ήταν. Γυρίζοντας από το σχολείο την έβλεπα σε ένα καφενείο, στο «Φλοράλ», γωνία Γ’Σεπτεμβρίου και Ιθάκης, με ένα τυρμπάν στο κεφάλι και κάτι μεγάλα γυαλιά ηλίου, να καπνίζει και να πίνει καφέ. Μόνη της, μέρα μεσημέρι.. Ρώτησα τον πατέρα μου – ο οποίος, σημειωτέον, δεν αγαπούσε διόλου το ρεμπέτικο και το λαϊκό – και θυμάμαι πως μου είπε «Αυτή είναι μια σπουδαία λαϊκή στιχουργός, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου». Το παράξενο είναι πως αν και δεν ήταν μεγάλη τότε, φαινόταν πολύ καταβεβλημένη. Αργότερα, έμαθα πως λόγω κάποιων ορμονικών προβλημάτων της είχαν πέσει τα μαλλιά – γι αυτό φορούσε και το τυρμπάν. Την έλεγαν «γριά» από τα 40 της…




Αλλά το πνεύμα της ήταν πάντα νεανικό…

Πολύ. Όταν πρωτοβρεθήκαμε με τον Πέτρο να συζητήσουμε για τον μονόλογο, αποφασίσαμε πως αυτό που θέλαμε να βγάλουμε απ’αυτό το πρόσωπο, ήταν το τρομερό ταλέντο της για τη ζωή. Αυτό ήταν το αληθινό μεγαλείο της Μικρασιάτισσας Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου - το ξέρω και από την κόρη της και τον εγγονό της. Δεν την έβαζε τίποτα κάτω.

Της μοιάζετε καθόλου; Σε τι;

Νομίζω, πως ναι, έχω κι εγώ λίγο από τη στόφα της – όχι όμως από καταγωγή. Από τη ζωή μου, η οποία δεν ήταν εύκολη. Ο πρώτος μου άντρας πέθανε ξαφνικά, από καρδιά, όταν ήμουν 29 χρονών – εκείνος ήταν 34 - κι αυτό ήταν ένα τεράστιο σοκ για μένα. Τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχα χάσει και τον πατέρα μου, τον οποίο λάτρευα και μετά πέρασα πολλά, αναποδιές, ζόρια οικονομικά …Φταίει ίσως το ότι και εγώ, από χαρακτήρα είμαι δύσκολη, δεν συμβιβάζομαι εύκολα, δεν θα βάλω νερό στο κρασί μου, ούτε θα σπάσω τη μέση μου για να πάρω ένα ρόλο. Ανέκαθεν έτσι ήμουν. Γι’αυτό μου άρεσε και η Ευτυχία.

Νομίζω, πως, αν είχατε γνωριστεί, εσείς οι δυο θα ταιριάζατε..

Καλά, αν ζούσε η Ευτυχία, θα τη λάτρευα. Θα έπαιζα σίγουρα χαρτιά μαζί της. Αυτό λέω και καμιά φορά όταν της μιλάω – γιατί της μιλάω «Α, ρε Ευτυχία, να μη ζεις, να παίξουμε μια πόκα»…

Παλιότερα παίζατε χαρτιά…

Και τώρα παίζω – όχι τόσο συχνά πια, γιατί έχουν διαλυθεί οι παρέες, σκορπίσανε οι άνθρωποι, άλλος πέθανε, άλλος δεν έχει λεφτά. Η Ευτυχία, βέβαια, έχανε συνέχεια. Δεν πρέπει να ήταν καλή παίκτρια…

Εσείς είστε καλή;

Όχι απλώς καλή. Στην πόκα έχω master!(γέλια) .Kαι κάτι άλλο που με συγκινούσε πάντα σ’αυτή, ήταν πως έγινε ηθοποιός. Το θέατρο ήταν πάντα το μεράκι της – οι στίχοι, προκύψανε μες στα χρόνια, από την ανάγκη της για «ζεστό» χρήμα..
Ναι, έτσι είναι. Μετά τις «Χάριτες», είχα – χωρίς υπερβολή – μέχρι και 100 προτάσεις! Όλα τα πρωινάδικα μου είπαν να τα κάνω εγώ, όλα, μα όλα!
Πατέρα σας ήταν ο συνθέτης Σπήλιος Μεντής. Μεγαλώσατε σε αστικό σπίτι.

Μικροαστικό μάλλον, αλλά καλλιτεχνικό. Και αριστερό. Με ευρύτητα πνεύματος και αναζητήσεις πολλές. Διάβαζα Ντοστογιέφσκι από τα 10 μου, άκουγα Μπετόβεν και Μότσαρτ. Και Καζαντζίδη, στην εφηβεία μου από κόντρα που δεν ακούγαμε λαϊκά στο σπίτι. Δεν επιτρεπόταν το λαϊκό τραγούδι! Κι όσο πιο πολύ μου το απαγόρευε ο πατέρας μου, δώστου εγώ «Μαντουβάλα» για να τον δαιμονίζω…

Η υποκριτική ήταν μονόδρομος;

Α ναι, δεν υπήρχε περίπτωση να την γλιτώσω ! Αποφάσισα πως θα γίνω ηθοποιός στα 11 μου, επειδή έπαιξα σε μια ερασιτεχνική παράσταση -στο Λαύριο όπου ζούσαμε τότε - ένα ρόλο στον «Νευρικό κύριο» του Ψαθά. Ε, αυτό ήταν! Μόλις τέλειωσε η παράσταση είπα «μπαμπά μου εγώ θα γίνω ηθοποιός». «Καλά μου λέει, τέλειωσε το σχολείο και γίνε ό,τι θέλεις». Εγώ όμως το είχα βάλει στο μυαλό μου πάει τελείωσε. Όταν αποφοίτησα, έδωσα εξετάσεις στη Σχολή του Εθνικού, πέρασα και μετά όλα πήραν το δρόμο τους.

Στη σχολή, σας είχαν για κωμική ηθοποιό ;

Καθόλου ! Για δράματα μόνο. Με έβλεπαν και έτσι μελαχρινή, λίγο νόστιμη και αδρή και δεν μου δίνανε ποτέ να παίξω κωμωδία. Μέχρι που έκανα τις «Χάριτες», στο θέατρο είχα παίξει πολύ λίγη κωμωδία, κυρίως σε επιθεωρήσεις. Με ανακάλυψαν ως κωμικό, μετά τις «Χάριτες». Μετά από 24 χρόνια θεατρικής πορείας!

Η τηλεόραση σε κάνει σταρ σε μια νύχτα…

Ναι, έτσι είναι. Μετά τις «Χάριτες», είχα – χωρίς υπερβολή – μέχρι και 100 προτάσεις! Όλα τα πρωινάδικα μου είπαν να τα κάνω εγώ, όλα, μα όλα! Όλα τα σήριαλ που γυρίστηκαν, πρώτα ήρθαν σε μένα. Σε όλα αρνήθηκα. Πριν καν τελειώσουν οι «Χάριτες», είχα ήδη κλείσει για το «Δις εξαμαρτείν»…




Κι έτσι βρεθήκατε να παίζετε το πιο μοιραίο – τότε- θηλυκό της ελληνικής τηλεόρασης : την Άννα Ραγιά..

Που τα ΄χε με δύο άντρες και γεννούσε και παιδί ! Θυμάμαι φώναζα στον Μιχάλη και τον Θανάση (σ.σ. Ρέππα- Παπαθανασίου) : «Βρε παιδιά είμαι 50 χρονών, μην με βάζετε να γεννοβολάω!». «Μπα, και ποιος το ξέρει ; Αφού δεν φαίνεσαι !», ήταν η απάντηση. Και μου ΄λεγαν να μη λέω τα χρόνια μου. Η Άννα Ραγιά, ήταν ένα από τα καλύτερα πράγματα που έκανα στην τηλεόραση.

Και το θέατρο; Είναι αλήθεια πως το είχατε εγκαταλείψει ένα διάστημα;

Ναι. Το 1979, λίγο πριν κάνω το παιδί μου, μετά από την πορεία που πήραν κάποια πράγματα, είπα πως δεν αντέχω άλλο. Και σταμάτησα για 4 χρόνια.

Αν λέγατε περισσότερα «ναι», θα ήταν αλλιώς, θα ήταν διαφορετική η πορεία σας.

Μπορεί, δεν το ξέρω. Πάντως δεν μετανιώνω για τις επιλογές μου.

Και δεν σας ενοχλεί που ήρθε για σας κάπως αργά η αναγνώριση, η καταξίωση, η δικαίωση – πείτε το όπως θέλετε…

Δεν αισθάνομαι πως είναι δικαίωση το να γίνω περισσότερο γνωστή ή να βγάλω περισσότερα χρήματα ή να δώσω μια συνέντευξη παραπάνω. Σίγουρα είναι ευχάριστο το ότι μπορώ να ζήσω πιο αξιοπρεπώς τη ζωή μου , αλλά ως εκεί. Η επωνυμία δεν είναι καταξίωση. Καταξίωση για μένα είναι να ξέρω πως στο χώρο μου, οι συνάδελφοί μου με εκτιμούν – κι εκεί, πραγματικά με εκτιμούν πολύ. Μπορεί κάποιοι να με λένε στρίγγλα ή ξινή, αλλά με εκτιμούν.

Γιατί σας λένε έτσι;

Γιατί δεν κρατάω, ούτε κρατούσα ποτέ τη γλώσσα μου. Ό,τι περνούσε απ’το μυαλό μου το ‘λεγα. Αλήθειες σκληρές, που δεν αντέχονται – ούτε στη ζωή, ούτε στο θέατρο.
H καλύτερη συνταγή για να κρατήσει μια σχέση είναι να δίνεις ακόμα ραντεβού. Μεγαλώνοντας, έχεις πιο πολύ ανάγκη τη συντροφικότητα, μια βαθιά συνεννόηση, ένα νοιάξιμο, μια τρυφερότητα.
Και με τους άντρες το ΄χατε αυτό;

Ναι. Και με το παιδί μου το ΄χω και με τους φίλους μου. Αφού, μου έχει πει γνωστός άνθρωπος του θεάτρου «σε παρακαλώ, άμα έρθεις σε παράστασή μου και δεν σου αρέσει, δεν θέλω να μου το πεις. Θα μου λες πάντα ότι σου άρεσε. Μετά από καιρό, δεν πειράζει, πες μου την αλήθεια… ».

Η κόρη σας δεν έχει σχέση με το θέατρο ε;

Όχι, ασχολείται με το χορό.

Μένετε μαζί;

Όχι πια. Μένω εδώ, μόνη μου, εδώ σ’αυτό το σπίτι, στην πλατεία Αμερικής, τα τελευταία επτά χρόνια. Με τον Σταύρο, τον δεύτερο άντρα μου, είμαστε ζευγάρι 37 χρόνια, αλλά δεν παντρευτήκαμε ποτέ. Είμαστε μαζί, μείναμε μαζί 25 χρόνια, τώρα μένουμε χώρια. Για να σου πω την αλήθεια, εμένα δεν μου αρέσει η συμβίωση με κανέναν. Προτιμώ να είμαι μόνη μου, ξέροντας όμως πως έχω δίπλα μου, κοντά μου, ανθρώπους που με αγαπάνε. Όποτε θέλουμε, βρισκόμαστε.

Δηλαδή δίνετε ακόμα ραντεβού, με τον σύντροφό σας, μετά από 37 χρόνια;

Α, μα είναι η καλύτερη συνταγή για να κρατήσει μια σχέση! Ξέρεις, μεγαλώνοντας, έχεις πιο πολύ ανάγκη τη συντροφικότητα, μια βαθιά συνεννόηση, ένα νοιάξιμο, μια τρυφερότητα. Όλα τα άλλα, οι έρωτες, έρχονται και φεύγουν.

Θυμάμαι την Μάρθα την Καραγιάννη, που μου χε πει «είναι αναξιοπρεπές να ερωτεύεσαι μετά τα 60»…

Μην σου πω και πιο πριν! Όχι ότι δεν είναι σπουδαίο πράγμα ο έρωτας, δεν το απαρνιέμαι. Αλλά είναι και βάσανο μεγάλο.

Σας βασάνισε εσάς;

Ναι, νομίζω, γιατί ήμουνα και ζηλιάρα, κτητική, απόλυτη. Δεν ήμουνα έξυπνη στους έρωτές μου.

Καλή στην πόκα και κακή στον έρωτα – πως γίνεται αυτό ; Μια μπλόφα δεν ξέρατε να κάνετε;

Α μπα όχι! Ήμουν πολύ εκρηκτική – και είμαι ακόμα, σε πολλά πράγματα. Δεν μπορώ να κρυφτώ, ό,τι έχω θα στο πω. Βλέπεις τα ελαττώματά μου τα ξέρω, δεν τα παραβλέπω.

Για πείτε μου και μένα… Με τα χρήματα τα πάτε καλά; Με την οργάνωση;

Καθόλου! Αν δεν είχα τον άντρα μου, θα ήμουνα ή στη φυλακή ή σε κάποια λίστα με μεγάλους φοροφυγάδες… Σπάταλή δεν είμαι, έχω μέτρο, όλα τα υπόλοιπα όμως – ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με το κράτος ή την Εφορία – με αφήνουν αδιάφορη. Ή απελπισμένη.

Στη γειτονιά σας κυκλοφορείτε…

Κανονικά. Έχω γνωριμίες με τα μαγαζιά, πάω πιάνω κουβέντες με τη φαρμακοποιό, με τους ανθρώπους στο σούπερ μάρκετ, με την κυρία που πουλάει λουλούδια…

Δεν μπήκατε ποτέ στον πειρασμό να μετακομίσετε;

Να πάω αλλού, εννοείς, κάπου «καλύτερα»; Όχι ποτέ. Άλλαξαν βέβαια λίγο οι συνήθειές μου τα τελευταία χρόνια. Παλιότερα, μετακινούμουν με το τρόλεϊ. Τώρα πια δεν μπαίνω. Φοβάμαι. Ή αν πάω σινεμά – που μου αρέσει και πάω συχνά μόνη μου – δεν γυρίζω με τα πόδια.

Με το θέατρο τι θα γίνει; Έχετε αγωνία για το επόμενό βήμα;

Μεγάλη. Εδώ και καιρό, είμαστε, με τον Πέτρο (σ.σ. Ζούλια) σε μια αναζήτηση, για να βρούμε κάτι που θα μπορούσε ίσως να έχει μια σχέση με την Ευτυχία – όχι θεματική σχέση, σχέση αισθήματος.

Ας κλείσουμε λοιπόν πάλι με την Ευτυχία, με ένα τραγούδι της. Το αγαπημένο σας…

Μου αρέσει πάρα πολύ ένα τραγούδι που ακούγεται προς το τέλος της παράστασης : «Στα βουνά δεν πάνε οι πόνοι, και οι καημοί στις λαγκαδιές, για τα μάτια είναι το δάκρυ, για τον πόνο οι καρδιές…», Αυτό…

Κάλλια Καστάνη- ladylike.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια